Το νομοσχέδιο που έχει πρόσφατα κατατεθεί από τη τουρκική κυβέρνηση καταδεικνύει το παράδοξο της πολιτικής στην Άγκυρα.

Αν εγκριθεί το νομοσχέδιο, που στοχεύει στην αναθεώρηση 26 άρθρων του Συντάγματος, ελαχιστοποιούνται σοβαρά οι πιθανότητες επέμβασης των στρατιωτικών στη λειτουργία των θεσμών. Σύμφωνα με αυτό το σχέδιο νόμνου παρέχεται εκτεταμένη δυνατότητα για προσαγωγή σε δίκη εν ενεργεία στρατιωτικών ενώ  για τη διάλυση των πολιτικών κομμάτων θα απαιτείται πλέον συγκατάθεση του Κοινοβουλίου. Σε περίπτωση πιθανού ναυαγίου ενώπιον του Κοινοβουλίου, η κυβέρνηση ανακοίνωσε τη πρόθεσή της να θέσει την μεταρρύθμιση αυτή σε δημοψήφισμα.

Στην ουσία, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια πολύ εμφανή αντίφαση στον 21ο αιώνα που ανατρέπει τις προϋποθέσεις του 20ου αιώνα.

Στον 20ο αιώνα εκσυγχρονιστής σήμαινε κεμαλιστής. Ο Ατατούρκ είχει μεταρρυθμίσει τη Τουρκία με σκοπό να ξεπεράσει τις αγκυλώσεις του Οθωμανισμού. Για το λόγο αυτό, μειονότητες (αρμενική, ελληνική με εξαίρεση τη κουρδική) εκδιώχθηκαν από τη Μ. Ασία ενώ η Ανατολία (κυρίως η Θράκη) παρουσιάστηκε ως το λίκνο των Τούρκων. Μια πατρίδα των Τούρκων σύμφωνα με το δόγμα της εποχής περί «δικαιώματος των λαών για αυτοδιάθεση». Έτσι εξηγείται η συγγένεια με το Ισραήλ που «χτίστηκε» την ίδια περίοδο με την ίδια λογική.

Αυτός ο εκσυγχρονισμός θα περνούσε μέσα από τη διάλυση συγκεκριμένων «εξωτερικών σημείων» που θεωρούνταν οπισθοδρομικά: από τη μια το Ισλάμ έναντι του οποίου προωθήθηκε ένας μαχητικός κοσμικός χαρακτήρας στο κράτος και από την άλλη η  αραβική γλώσσα που εγκαταλείφθηκε αντί της δημιουργίας ενός νέου αλφαβήτου, βασισμένου στα λατινικά σύμβολα.

Ερντογάν-Μέρκελ

Αυτή η νεωτερικότηττα παρουσίαζε ένα μακροχρόνιο πόθο ένταξης στη Δύση. Επιπλέον η βιαστική ένταξη στο ΝΑΤΟ και η αίτηση υποψηφιότητας για την ΕΟΚ το 1963  σηματοδότησαν μια δέσμευση που επικύρωνε το δυτικότροπο κεμαλικό μοντέλο.

Ωστόσο η άνοδος στην εξουσία των ισλαμιστών Δημοκρατών του Ερντογάν έχει προκαλέσει ανησυχίες (ιδιαίτερα με μετά την 11 Σεπτεμβρίου) ως μια απειλή κατά του κοσμικού κράτους. Δηλαδή μια οπισθοδρόμηση.

Οπωσδήποτε  αυτός δεν είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος ερμηνείας των φαινομένων. Καθώς η πολιτική Ερντογάν σκοπεύει να «εκσυγχρονίσει» τη Τουρκία και στη πραγματικότητα να προσαρμόσει τη χώρα στον 21ο αιώνα επιτρέπει με λίγα λόγια την αμφισβήτηση της  κεμαλικής κληρονομιάς. 

                                                                                   erdogan-turquie

Κατ΄αρχήν η σκόπιμη επιλογή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης οδήγησε τη χώρα να υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις διαφάνειας. Έτσι η συμμόρφωση προς τα πρότυπα της Ε.Ε. και συνεπώς η δημιουργία ενός κράτους δικαίου εμποδίζει τις διατάξεις του πολιτικού και δικαστικού ελέγχου που έχει θέσει ο κεμαλισμός  με τις οποίες  διευκολύνεται η εξάρθρωση της δημοκρατικής αρχής. Η έρευνα για την υπόθεση Εργκένεκον ή το προχθεσινό νομοσχέδιο έχουν ως στόχο τη καταστολή των στρατιωτικών και των δικαστών. Αυτό αποτελεί μια επικίνδυνη πολιτική που προς το παρόν όμως αποδίδει.

Αυτή η ίδια λογική ενθαρρύνει την ανάπτυξη στο εξωτερικό ενός νεο-οθωμανισμού ο οποίος θίγει τα κεμαλικά ταμπού: τους Αρμένιους και τους Κούρδους καθώς επίσης και τη Συρία αλλά και την απομάκρυνση από το Ισραήλ. Αυτός ο νέο-οθωμανισμός πρέπει να εξεταστεί στα πλαίσια των ενταξιακών σχέσεων στην Ευρώπη. Αν ακόμη την ενδιαφέρει να ενταχθεί, η Τουρκία δεν πρέπει μόνο να αποδεχθεί το κοινοτικό δίκαιο, δεν οφείλει μόνο να εξισορροπήσει τη θεσμική κατάσταση της χώρας αλλά πρέπει επίσης να εξομαλύνει τις σχέσεις της με τις μειονότητές της.

Το τελευταίο εμπόδιο βρίσκεται στο φάκελο Κύπρος.  Όταν η Άγκυρα κινηθεί προς την κατεύθυνση της επίλυσης του Κυπριακού θα επανεμφανιστεί και ο κεμαλισμός.

Έτσι εξηγείται το τουρκικό παράδοξο του 21ου αιώνα: μια νεωτερικότητα προσκολλημένη στο παρελθόν να  βιώνει τις τελευταίες της εκλάμψεις. Ένας ισλαμιστής μεταρρυθμιστής να μετασχηματίζει ριζικά τη Τουρκία.

Η πρόοδος στην ουσία δεν βρίσκεται  εκεί ούτε και αναμένεται υπό τις παρούσες συνθήκες.

Κάντε ένα σχόλιο