Tα οικονομικά της Ελλάδας απασχολούν καθημερινά όλα ανεξαιρέτως τα μεγάλα Αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, από τις εφημερίδες μέχρι τα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις. Οι αναλυτές τους τακτικά εξηγούν με ευθύτητα και ειλικρίνεια γιατί δίνεται τόσο μεγάλη προσοχή.

Τέσσερα χαρακτηριστικά άρθρα που δημοσιεύθηκαν στις 10 και 11 Μαΐου, διάλεξε η Φωνή της Αμερικής και σας τα παρουσιάζουμε σήμερα, σε συνοπτική βέβαια μορφή.

Wall Street Journal

Η Wall Street Journal υπενθυμίζει ότι άρθρο του οικονομολόγου Robert Mundell, το οποίο είχε δημοσιεύσει πριν από δώδεκα χρόνια στην ίδια στήλη, προανήγγελλε τα οφέλη που αναμένονταν να προκύψουν από την θέσπισή του Ευρώ ως ενιαίου Ευρωπαϊκού νομίσματος το 1999. Η εφημερίδα επισημαίνει πως στην δεκαετία που ακολούθησε επαληθεύτηκαν ακόμα και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις των πατέρων του Ευρώ καθώς 16 Ευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να απολαμβάνουν ευημερία και σταθερότητα ως μέλη της δεύτερης πιο επιτυχημένης ζώνης οικονομικής δραστηριότητας και ελεύθερου εμπορίου, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Φέτος όμως, κατά τον ίδιο αρθρογράφο, το πάρτι διακόπηκε απότομα με το οικονομικό σμπαράλιασμα της Ελλάδας το οποίο και είχε σαν άμεση συνέπεια τον κλονισμό της εμπιστοσύνης στο Ευρώ. Την περασμένη εβδομάδα, καθώς η ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ενέκριναν πακέτο 110 δισεκατομμυρίων Ευρώ για την διάσωση της Ελληνικής οικονομίας και η Ελλάδα ανταποκρίνονταν θεσπίζοντας πρόγραμμα λιτότητας, η τιμή του Ευρώ κατρακύλησε στο χαμηλότερο επίπεδο από 14ων μηνών.

Η WSJ, που εκδίδεται στην Βοστώνη αλλά κυκλοφορεί από άκρου σε άκρο των Ηνωμένων Πολιτειών, προβλέπει ότι το Ευρώ θα δοκιμαστεί στους επόμενους μήνες και χρόνια από οικονομικές πολιτικές κρατών και από τις αγορές. Όπως χαρακτηριστικά λέει, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει το Ευρώ περιλαμβάνουν συνέχιση των οικονομικών δυσχερειών, ειδικότερα κατά μήκος της Μεσογείου όπου από την Ελλάδα μέχρι την Πορτογαλία πλανιούνται το ενδεχόμενο χρεοκοπίας, η εκδήλωση πολιτικών εντάσεων και προτροπές για συμμετοχή μόνον οικονομικά ισχυρών κρατών στην Ευρωζώνη ή για πλήρη κατάργηση του ενιαίου νομίσματος, «που έχει γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος du jour (της ημέρας) για μια κρίση της οποίας τα αίτια φέρνουν σε δύσκολη θέση πολιτικά κατεστημένα». Σύμφωνα με την εφημερίδα, πολλοί πολιτικοί στην Νότια Ευρώπη αγνόησαν την ανάγκη να επιφέρουν απαραίτητες αλλά μη δημοφιλείς μεταρρυθμίσεις, όπως φιλελευθεροποίηση της εργατικής νομοθεσίας και μείωση του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων. Έλληνες πολιτικοί ιδιαίτερα, τονίζει ο αρθρογράφος, ξόδευαν πέραν των δυνατοτήτων της χώρας τους και πολλά από τα έξοδα αυτά έμεναν έξω από τους επίσημους ισολογισμούς. Και προσθέτει: «Το Ευρώ κατέστησε δυνατή την συνέχιση των κακών συνηθειών επιτρέποντας στην Ελλάδα να συνάπτει δάνεια με Γερμανικά επιτόκια, κάτι το οποίο ανέβαλε τον ερχομό της ημέρας διακανονισμού λογαριασμών και της λογοδοσίας για την μη εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων μέχρι που μια νέα κυβέρνηση ανέλαβε το πηδάλιο στην Αθήνα πέρσι κι αποφάσισε να δώσει τέλος στα έκτροπα και στα ψεύδη. Αλλά είναι άδικο να επιρρίπτεται στο Ευρώ η ευθύνη για ανεύθυνη ηγεσία».
Η εφημερίδα εκφράζει την άποψη ότι η Ευρώπη δεν αντιμετωπίζει νομισματική κρίση αλλά τα συνεπακόλουθα ενός υπερβολικού χρέους το οποίο προκλήθηκε από υπέρογκους δανεισμούς χρημάτων, μεγάλες κρατικές δαπάνες, αναποτελεσματικούς χειρισμούς και ανεπαρκή οικονομική ανάπτυξη. Η WJS λέει ότι αν και η οικονομική κρίση στην Ελλάδα δεν προκλήθηκε από το Ευρώ εν τούτοις η εκδήλωσή της κλόνισε σημαντικά την θέση του. Το άρθρο της εφημερίδας καταλήγει ως εξής: «Το Ευρώ θα πάει καλά εάν η Ευρώπη πάει καλά. Τα μέτρα λιτότητας που αποβλέπουν στο να σταματήσουν την οικονομική αιμορραγία δεν αποτελούν υποκατάστατο για την εφαρμογή προγραμμάτων που να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη. Εάν η Ευρώπη χρησιμοποιήσει την κρίση αυτή για να γίνει περισσότερο ανταγωνιστική και να συσφίξει το κοινωνικό κράτος τότε θα βρεθεί σε καλύτερη θέση για να καρπωθεί οφέλη από μια μεγάλη ενιαία αγορά θεμελιωμένη σε ένα σταθερό νόμισμα και συνθήκες χαμηλού πληθωρισμού. Εάν όντως αυτό συμβεί, η δεύτερη δεκαετία του Ευρώ θα μπορούσε να αποδειχτεί καλύτερη από την πρώτη».

Financial Times
Η Financial Times της Νέας Υόρκης παρατηρεί ότι εκείνο που έχει σημασία σήμερα είναι κατά πόσον το πακέτο δανειοδότησης που έχουν εκπονήσει από κοινού η ΕΕ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την υποστήριξη της Ελλάδας θα επιτύχει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, που είναι «να την βγάλει από τον δρόμο προς τον οικονομικό όλεθρο». Εκτιμά πως αυτό θα εξαρτηθεί από το κατά πόσον θα τεθούν στα αλήθεια υπό έλεγχο οι κρατικές δαπάνες της χώρας, αν η Ελλάδα θα μπορέσει πράγματι να εφαρμόσει όλες τις πρόνοιες του σχετικού προγράμματος και σε τι βαθμό οι αγορές θα την εμπιστευτούν ώστε να αρχίσουν και πάλιν να της χορηγούν δάνεια «για να αποσυνδεθεί από τον μηχανισμό τεχνητής αναπνοής στον οποίο στηρίζεται». Ορισμένες από τις απαντήσεις θα τις δώσει ο ίδιος ο Ελληνικός λαός, αλλά οι υπόλοιπες είναι πέραν του ελέγχου του. Όμως, κατά την εφημερίδα, εάν η Ελλάδα κάνει αυτά που περνούν από το χέρι της για την υλοποίηση του προγράμματος, οπωσδήποτε θα λάβει την ανταμοιβή της.
Η Financial Times λέει πως «οι επιλογές της Ελλάδας είναι είτε να συγκροτηθεί, να αποτινάξει τις δυσλειτουργικές συνήθειές της και να υιοθετήσει σταθμά προηγμένης χώρας είτε να οπισθοδρομήσει και να εγκαταλείψει την προοπτική προόδου που διαμόρφωσε γι αυτήν η ένταξή της πρώτα στην ΕΕ και κατόπιν στην Ευρωζώνη». Το άρθρο της εφημερίδας παρατηρεί ότι οι περισσότεροι Έλληνες, περιλαμβανομένων και πολλών από εκείνων που ξεχύθηκαν στους δρόμους για να διαδηλώσουν τα αισθήματά τους, προτιμούν την πρώτη επιλογή, γιατί αντιλαμβάνονται καλύτερα από τον κάθε άλλον την ανάγκη για μεταρρύθμιση στον τρόπο διακυβέρνησης τους. Κατά την Financial Times “με την υποστήριξη τους, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, ο οποίος χαίρει κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και δεν αντιμετωπίζει θέμα επανεκλογής μέχρι το 2013, θα παραμείνει αρκετά ισχυρός για να υλοποιήσει τις απαιτούμενες περικοπές, ακόμα και εν όψει μιας οπορτουνιστικής αντιπολίτευσης και τις πιέσεις που ασκούν όσοι υποδαυλίζουν την αναταραχή στους δρόμους». Η εφημερίδα φρονεί πως μέχρι στιγμής ο Πρωθυπουργός έχει πετύχει τους στόχους του αλλά από την άλλη συνιστά ότι τώρα που οι συνέπειες γίνονται πιο οδυνηρές θα πρέπει να φροντίσει «ο πόνος να μοιραστεί δίκαια και ειδικότερα με πάταξη της φοροδιαφυγής».
Η οικονομική ημερησία της Νέας Υόρκης γράφει στην συνέχεια: «Μόνον με την επίτευξη οικονομικής προόδου θα γίνει το πρόγραμμα πιο ανεκτό. Δίχως ανάπτυξη, το ποιοτικό επίπεδο ζωής θα πρέπει να πέσει κατά τουλάχιστον 6 τοις εκατό για να αποφευχθεί περαιτέρω συσσώρευση χρεών. Ακόμα και έτσι όμως η επιστροφή στις αγορές δεν είναι διασφαλισμένη. Θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν ανησυχίες ότι οι Έλληνες σε κάποια στιγμή θα απαρνηθούν να επωμισθούν τα νέα βάρη. Αλλά η εναλλακτική λύση είναι χειρότερη. Μια στάση πληρωμών θα χαλάρωνε την πίεση εξόφλησης του χρέους αλλά θα εξανάγκαζε την Ελλάδα να καλύψει από την μια ημέρα στην άλλη τα ελλείμματα της».

Κατά την Financial Times η ανάγκη για ενθάρρυνση της οικονομικής προόδου είναι και ο κυριότερος λόγος για τον οποίο η Ελλάδα πρέπει να κρατηθεί γερά στην άγκυρα που προσφέρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το πρόγραμμα του οποίου απαιτεί να γίνουν βαθιές μεταρρυθμίσεις, από τον εκσυγχρονισμό του δημόσιου τομέα μέχρι την διαμόρφωση μιας πιο ευέλικτης αγοράς εργασίας. Ο αρθρογράφος παραδέχεται ότι οι αλλαγές αυτές είναι σκληρές αλλά παράλληλα και ωφέλιμες για την χώρα. Η Ελλάδα θα έπρεπε να τις είχε κάνει από χρόνια. Κατά την έκφραση της εφημερίδας «Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υποχρεώνει τώρα την Ελλάδα να επιφέρει δομικές μεταρρυθμίσεις τις οποίες η ΕΕ ασυγχώρητα αδυνάτισε να αξιώσει πριν την ένταξη της χώρας στην Ευρωζώνη».

Το άρθρο των Financial Times καταλήγει με τούτα τα λόγια: «Εάν οι Έλληνες οπισθοχωρήσουν όχι μόνον θα αθετήσουν τις υποχρεώσεις τους αλλά θα συνεχίσουν να είναι δέσμιοι ενός αναποτελεσματικού κράτους και μιας μη αποδοτικής οικονομίας. Γι αυτό ανεξάρτητα με την έκτακτη βοήθεια που παρέχει τώρα η ΕΕ, το μέλλον της Ελλάδας σε μεγάλο βαθμό βρίσκεται στα χέρια της Ελλάδας».

Washington Post
Στην Αμερικανική πρωτεύουσα η Washington Post, που έχει και αυτή πανεθνική κυκλοφορία, παρατηρεί ότι επί του παρόντος οι αγορές έχουν ησυχάσει και οι βίαιες διαδηλώσεις στην Αθήνα έχουν κοπάσει «αλλά γι αυτήν την προσωρινή ανακωχή καταβλήθηκε πολύ υψηλό τίμημα». Η εφημερίδα αναφέρεται στα όσα συμφωνήθηκαν το Σαββατοκύριακο από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποστήριξη της Ελλάδας με ιδιαίτερη έμφαση στους όρους που τέθηκαν για την Ελλάδα και οι οποίοι ξεφεύγουν από τις συνήθεις γραφειοκρατικές διευθετήσεις στους κόλπους της Ευρωζώνης. Όπως λέει, η Ελλάδα έμοιαζε σαν παραδιδόμενος ηγέτης στρατεύματος ηττημένης παράταξης που υποχρεώθηκε να συνθηκολογήσει μέσα σε ένα βαγόνι τραίνου σε κάποιο ερημότοπο μετά το χάσιμο ενός σκληρού πολέμου. Παρόλα αυτά όμως ο αρθρογράφος υποστηρίζει πως τα μέτρα πού λήφθηκαν ήταν απαραίτητα και πιθανότατα δεν υπήρχε κανένας άλλος τρόπος για να πειστεί η Ελληνική Βουλή να τα εγκρίνει. Για παράδειγμα «οι βίαιες διαδηλώσεις έχουνε γίνει αποδεκτός τρόπος για την έκφραση πολιτικής άποψης στην Ελλάδα και η σκληροί κομματικοί διαξιφισμοί ενθαρρύνουν την εκάστοτε κυβέρνηση να αντιστρέφει το έργο που επιτέλεσε η προηγουμένη».
Κατά την Washington Post παρά το ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ανέκαθεν απαιτούσε από τα κράτη-μέλη της να θυσιάζουν υπέρ αυτής μέρος της εθνικής κυριαρχίας τους, εν τούτοις οι αποφάσεις του συμβουλίου για την Ελλάδα δεν της επιτρέπουν να έχει πια πολλά κυριαρχικά περιθώρια. Όσον αφορά στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο επίσης επέβαλε όρους στην Ελλάδα για την βοήθεια που δεσμεύτηκε να της δώσει, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κι αυτό, όπως επισημαίνεται, γιατί η Ελλάδα ήταν που ζήτησε την βοήθεια από το Ταμείο και εκείνο απλούστατα ανταποκρίθηκε στο αίτημα της. Ουσιαστικά λοιπόν, λέει η εφημερίδα, η Ευρώπη αποφάσισε το τι θα κάνει η Ελλάδα προς έκπληξη πολλών οι οποίοι αγνοούσαν την έκταση της δικαιοδοσίας που έχει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε υποθέσεις των κρατών που την απαρτίζουν.

Η έγκυρη εφημερίδα της Ουάσιγκτον αναφέρεται κατόπιν στις προτροπές ορισμένων Ελλήνων προς συμπατριώτες τους να αντισταθούν «στις νέες κατοχικές δυνάμεις της ΕΕ και του ΔΝΤ» και επισημαίνει ότι οποιαδήποτε αντίσταση τους στα νέα μέτρα θα πρέπει να εκδηλωθεί με τρόπους διαφορετικούς από την βία. Στο σημείο αυτό, το άρθρο προσθέσει: «Η Αθήνα είναι μια πόλη της οποίας 364 κάτοικοι δήλωσαν στις φορολογικές αρχές ότι διαθέτουν ιδιόκτητη πισίνα ενώ φωτογραφίες που λήφθηκαν από δορυφόρο αποκαλύπτουν ότι υπάρχουν εκεί 16,974 πισίνες. Εάν λοιπόν μια απόφαση να εισπραχθεί κάποιος φόρος ή να γίνει κάποια νόμιμη μεταρρύθμιση θεωρηθεί ως ξένη επιβολή, θα συμμορφωθούν με αυτήν οι Έλληνες πολίτες;».

Στην συνέχεια του άρθρου τονίζεται πως τα μέτρα που έλαβε η ΕΕ για την περίπτωση της Ελλάδας χρησιμεύουνε και σαν προειδοποίηση για όλες τις άλλες χώρες που φιλοδοξούν να ενταχθούν κάποια μέρα στην Ευρωζώνη. Το μήνυμα είναι ότι εάν παίζεις με τους όρους του παιγνιδιού, η συμμετοχή σου στην Ευρωζώνη σε καθιστά τμήμα της μεγαλύτερης και πιο ευημερούσας οικονομίας του κόσμου. Αλλά εάν δεν τηρείς τους κανόνες, τότε ριψοκινδυνεύεις να τεθείς κάτω από «ξένη οικονομική κατοχή» κι αυτό, κατά τον αρθρογράφο γιατί έφθασε τώρα η εποχή της «Ευρωπαϊκής νέο- αποικιοκρατίας, σε όλο της το μεγαλείο».

Robert Samuelson
Ο αρθρογράφος Robert Samuelson, του οποίου η στήλη δημοσιεύεται σε πολλές Αμερικανικές εφημερίδες εκφράζει την άποψη ότι «αυτό που βλέπουμε σήμερα στην Ελλάδα είναι ο αργός θάνατος ενός συστήματος κρατικών κοινωνικών παροχών και είναι ακριβώς γι αυτόν τον λόγο που η κρίση έχει προκαλέσει τεράστιες ανακατατάξεις στις παγκόσμιες χρηματαγορές και απειλεί την οικονομική ανάκαμψη παντού. Όπως επεξηγεί, «σχεδόν κάθε προηγμένη χώρα, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, αντιμετωπίζει την ίδια προοπτική η οποία προκαλείται από το γεγονός ότι έχει έναν συνεχώς αυξανόμενο αριθμό υπερηλίκων πολιτών, με τεράστια κεκτημένα δικαιώματα στους τομείς της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψής και της συνταξιοδότησης, που όμως το επίσημο κράτος δεν μπορεί να ικανοποιήσει με τους φόρους που εισπράττει. Η μέρα της αναγνώρισης αυτού του φαινομένου έχει φθάσει στην Ελλάδα και θα πρέπει να την περιμένουνε τώρα και οι περισσότερες εύπορες χώρες του πλανήτη μας».

Κατά τον Samuelson σχεδόν κάθε μέτρο που λαμβάνεται από κυβερνήσεις σε σχέση με τους κρατικούς προϋπολογισμούς τους απειλεί να καταστήσει τα πράγματα χειρότερα, επιβραδύνοντας την οικονομική ανάπτυξη ή και προκαλώντας ύφεση. Για παράδειγμα, λέει, επιτρέποντας αύξηση των ελλειμμάτων οι κυβερνήσεις ρισκάρουν να δρομολογηθεί οικονομική κρίση καθώς οι επενδυτές κάποια μέρα, που κανείς ποτέ δεν ξέρει πότε θα έρθει, αμφισβητούν την ικανότητα του κράτους να εξοφλήσει τα χρέη του και, όπως συνέβη στην περίπτωση της Ελλάδας, αρνούνται να του παράσχουν άλλα δάνεια, εκτός εάν αυτά είναι με πολύ υψηλά επιτόκια λόγω των πρόσθετων κινδύνων που αναλαμβάνουν και στους οποίους περιλαμβάνεται το ενδεχόμενο να χάσουν τα χρήματα της επένδυσής τους. Παράλληλα, κατά τον ίδιο αρθρογράφο, η περικοπή των κοινωνικών παροχών ή η αύξηση των φόρων είναι μέτρα που ενώ εξυπηρετούν ένα σκοπό από την άλλη αποδυναμώνουν την οικονομία. Και η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης καθιστά ακόμα πιο δύσκολη την καταβολή των κοινωνικών παροχών που παραμένουν ανικανοποίητες.
Ο Samuelson περιγράφει την κατάσταση της Ελλάδας ως εξής: «Προκειμένου να εξασφαλίσει δάνεια από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και από το ΔΝΤ, η χώρα ανέπτυξε ένα πρόγραμμα λιτότητας, που με την εφαρμογή του οι συντάξεις κατά μέσον όρο θα μειωθούν 11 τοις εκατό, οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων να πέσουν κατά 14 τοις εκατό και ο βασικός φόρος προστιθεμένης αξίας θα αυξηθεί από 21 σε 23 τοις εκατό. Όλα αυτά τα μέτρα θα μπορούσαν να ρίξουν την Ελλάδα σε βαθειά ύφεση. Το 2009 το ποσοστό ανεργίας ήτανε 9 τοις εκατό, τώρα ορισμένοι οικονομολόγοι προβλέπουν ότι ίσως φθάσει σχεδόν 19 τοις εκατό».

Κατά γενική παραδοχή, εάν το πρόβλημα αυτό το αντιμετώπιζαν μερικές μόνον χώρες, η λύση του θα ήτανε εύκολη. Τα άτυχα ας τα πούμε κράτη θα μείωναν λίγο τον προϋπολογισμό τους και θα αύξαναν την οικονομική τους ανάπτυξη εξάγοντας περισσότερα προϊόντα τους σε εύπορες χώρες. Αλλά όμως, όπως μας πληροφορεί ο Samuelson, οι αναπτυσσόμενες χώρες εκπροσωπούν σήμερα το ήμισυ περίπου της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας και οι περισσότερές τους έχουν ήδη αναλάβει υπερβολικά μεγάλες δεσμεύσεις στους τομείς των κοινωνικών παροχών. Κατά την άποψή του, οι χώρες αυτές θα μπορούσαν ενδεχομένως να αφοπλίσουν τους κινδύνους που εγκυμονούν περικόπτοντας σταδιακά μελλοντικές κοινωνικές παροχές κατά τρόπο που να καθησυχάσει τις αγορές. Στην πραγματικότητα όμως δεν κάνουν τέτοιες ενέργειες και για παράδειγμα αναφέρει το πρόγραμμα του Προέδρου Ομπάμα το οποίο ενέκρινε πρόσφατα το Κογκρέσο για μεταρρύθμιση του συστήματος ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης το οποίο αυξάνει τις κοινωνικές παροχές. Ο αρθρογράφος καταλήγει με το εξής ερώτημα στο οποίο και απαντά: «Τι θα γίνει εάν όλες οι χώρες με μεγάλα ελλείμματα περιπέσουν στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα; Η απάντηση είναι ότι θα καταρρεύσει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα». Γι αυτό και οι εξελίξεις στην Ελλάδα βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής ολόκληρου του κόσμου.
ΠΗΓΗ:VOA

Κάντε ένα σχόλιο