Η παραβίαση εναερίου χώρου αφορά την άνευ αδείας πτήση αεροσκάφους άλλου κράτους σε ελληνικό εθνικό εναέριο χώρο.

Παράβαση των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας λαμβάνει κατεξοχήν χώρα όταν αεροσκάφος εισέρχεται στο FIR Αθηνών χωρίς να έχει καταθέσει σχέδιο πτήσεως, ήτοι κατά παράβαση των κανόνων εναέριας κυκλοφορίας. (Διαβάστε περισσότερα μετά το βίντεο επιτυχούς εικονικής αναχαίτισης)
YouTube Preview Image

Οι κανόνες εναέριας κυκλοφορίας έχουν θεσπισθεί από τις εντεταλμένες από τον ICAO ελληνικές αρχές εναέριας κυκλοφορίας εντός του FIR Αθηνών με βάση τις προβλέψεις και τις σχετικές συστάσεις του ICAO, καθώς και τη διεθνή πρακτική και αποσκοπούν στην εξασφάλιση ασφαλών συνθηκών πτήσεως σε όλον τον εναέριο χώρο του FIR Αθηνών.Η Τουρκία διατείνεται τα τελευταία χρόνια ότι η Σύμβαση του Σικάγου του 1944 και οι κανόνες και συστάσεις του ICAO δεν εφαρμόζονται έναντι των κρατικών αεροσκαφών, παραβλέποντας την υποχρέωση των κρατών να εξασφαλίζουν ότι τα αεροσκάφη τους σέβονται τις βασικές αρχές και τους κανόνες που είναι απαραίτητοι για την ασφάλεια της εναέριας κυκλοφορίας.
Ο συντονισμός των πτήσεων, τόσο των πολιτικών όσο και των στρατιωτικών αεροσκαφών, σε διεθνή εναέριο χώρο είναι απαραίτητος για ασφαλή διεξαγωγή της εναέριας κυκλοφορίας και συνίσταται στην ανταλλαγή κάθε πληροφορίας περί των πτήσεων σε μία περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η προβλεπόμενη από τον ICAO υποβολή των πληροφοριών πτήσεων υπό τη μορφή του σχεδίου πτήσης (Flight Plan).

(ICAO : International Civil Aviation Organization) , (FIR: Flight Information Region )

FIR Αθηνών: Τα όρια του FIR Αθηνών έχουν καθορισθεί με τις Περιοχικές Συμφωνίες Αεροναυτιλίας Ευρώπης του ICAO (1950, 1952, 1958). Ο ICAO έχει αναθέσει στην Ελλάδα την αρμοδιότητα ελέγχου της εναέριας κυκλοφορίας και της παροχής πληροφοριών πτήσεων εντός του FIR Αθηνών.
Στις σχετικές Περιοχικές Συμφωνίες, όπως επικυρώθηκαν με τις αντίστοιχες αποφάσεις του Συμβουλίου του ΙCAO, συναίνεσε και η Τουρκία.
Στο διεθνή εναέριο χώρο του FIR Αθηνών οι αρμόδιες ελληνικές αρχές μεριμνούν, με βάση την εντολή του ICAO, για την ασφάλεια της εναέριας κυκλοφορίας.
Η μετέπειτα άρνηση της Τουρκίας (από το 1974) για υποβολή σχεδίων πτήσης από τα στρατιωτικά της αεροσκάφη που εισέρχονται στο FIR Αθηνών, συνεπάγεται άρνηση του προβλεπόμενου από τον ICAO πολιτικο-στρατιωτικού συντονισμού με την υπεύθυνη αρχή εναέριας κυκλοφορίας για την ασφάλεια των πολιτικών πτήσεων (δηλ. με την ελληνική Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας).
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη διαπράττουν Παραβάσεις των Κανόνων Εναέριας Κυκλοφορίας.

Εθνικός Εναέριος Χώρος: Η Ελλάδα από το 1931 (με το Π.Δ. της 6/18 Σεπτεμβρίου 1931) έχει καθορίσει αιγιαλίτιδα ζώνη εύρους 10 ν.μ. για τους σκοπούς της αεροπορίας και της αστυνόμευσης αυτής. Η Τουρκία δεν υπέβαλε καμία ένσταση τότε ως προς το εύρος του ελληνικού εναερίου χώρου και επί σειρά δεκαετιών αναγνώριζε και σεβόταν το πλήρες εύρος του ελληνικού εναερίου χώρου.
Το σχετικό Π.Δ. εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα με ρητή πρόβλεψη του άρθρου 191 παρ.2 του Κώδικα Αεροπορικού Δικαίου [Ν. 1815/1988 (ΦΕΚ Α΄ 250)].
Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 της Σύμβασης του Σικάγου του 1944 για την Διεθνή Πολιτική Αεροπορία και τα άρθρα 2 και 3 της Διεθνούς Συμβάσεως για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, ο εθνικός εναέριος χώρος ενός κράτους είναι ο εναέριος χώρος που εκτείνεται πάνω από το χερσαίο έδαφος και τα χωρικά του ύδατα.
Κατά συνέπεια, το εύρος του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου εκτείνεται στα 10 ν.μ. σύμφωνα με το προαναφερθέν Π.Δ. του 1931.
Η Ελλάδα έχει προβεί, ήδη από την θεσμοθέτηση του ελληνικού εναερίου χώρου, σε κάθε αναγκαία διεθνή γνωστοποίηση του εύρους αυτού (δημοσίευση σε χάρτες CINA, στους χάρτες του ICAO, στο Περιοχικό Σχέδιο Αεροναυτιλίας Ευρώπης, στο Εθνικό Εγχειρίδιο Αεροναυτιλίας (ΑΙΡ) κ.λπ.). Σημειωτέον ότι στη δεύτερη δημοσίευση των αεροναυτικών χαρτών του ICAO, το 1955, συμπεριελήφθησαν και πάλι αεροναυτικοί χάρτες, ελληνικοί αλλά και τουρκικοί, με απεικόνιση των εξωτερικών ορίων του ελληνικού εθνικού εναερίου χώρου (10 ν.μ.).

Χωρικά ύδατα: Η Ελλάδα, το 1936 (Α.Ν. 230/1936), καθόρισε αιγιαλίτιδα ζώνη εύρους 6 ν.μ. χωρίς να θίγονται ισχύουσες διατάξεις που αφορούν σε ειδικές περιπτώσεις και ορίζουν εύρος μεγαλύτερο ή μικρότερο των 6 ν.μ. Η επιφύλαξη αυτή παρέπεμπε στο Π.Δ. του 1931, που καθόριζε την αιγιαλίτιδα ζώνη εύρους 10 ν.μ. για τους σκοπούς της αεροπορίας και αστυνόμευσης αυτής.
Η αιγιαλίτιδα ζώνη γενικής εφαρμογής και έκτασης 6 ν.μ. προβλέπεται και στο άρθρο 139 του ΚΔΝΔ [ΝΔ 187/1973 (ΦΕΚ Α΄ 261)].
Η Ελλάδα, βάσει του άρθρου 3 της Σύμβασης των Η.Ε. για το Δίκαιο της Θάλασσας (Montego Bay, 1982), το οποίο αποτελεί παράλληλα και εθιμικό δίκαιο, δικαιούται να επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της μέχρι τα 12 ν.μ.
Κατά την επικύρωση της Σύμβασης των Η.Ε. για το Δίκαιο της Θάλασσας, η χώρα μας προέβη σε δήλωση ότι ο χρόνος και ο τρόπος άσκησης του δικαιώματος επέκτασης της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης είναι ζήτημα που απορρέει από την εθνική της στρατηγική, χωρίς αυτό να σημαίνει ούτε κατ’ ελάχιστον απεμπόληση εκ μέρους της του δικαιώματος αυτού.
Επίσης, το αρ. 2 του νόμου 2321/1995, με τον οποίο η χώρα μας κύρωσε τη Διεθνή Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας, ορίζει ότι «η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα κατ’ εφαρμογή του αρ. 3 της κυρουμένης Συμβάσεως να επεκτείνει σε οποιονδήποτε χρόνο το εύρος της χωρικής της θάλασσας μέχρις αποστάσεως 12 ν.μ.».
Η Τουρκία, με ομόφωνο ψήφισμα της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης (8/6/1995), απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα σε περίπτωση επέκτασης της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης πέραν των 6 ν.μ. (causus belli). Ας σημειωθεί ότι η Τουρκία έχει ήδη επεκτείνει τα την αιγιαλίτιδα ζώνη της στα 12 ν.μ. στον Εύξεινο Πόντο και τη Μεσόγειο.
Σημειωτέον ότι η συντριπιτική πλειοψηφία των παράκτιων χωρών στον κόσμο έχουν θεσπίσει αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. Θέμα θαλασσίων συνόρων μεταξύ δύο ομόρων κρατών τίθεται όπου η απόσταση των αντικειμένων ακτών τους δεν υπερβαίνει το άθροισμα της αιγιαλίτιδας ζώνης τους. Τα ελληνοτουρκικά θαλάσσια σύνορα, έχουν καθορισθεί βάσει του διεθνούς δικαίου, συμβατικού και εθιμικού.  Συγκεκριμένα:
– Στα Δωδεκάνησα, με την Ιταλο-Τουρκική Συμφωνία της Αγκύρας από 4.1.1932 και το συνακόλουθο Πρωτόκολλο (Procès Verbal) από 28.12.1932, που αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της κύριας Συμφωνίας της 4.1.1932. Η Ελλάδα, ως διάδοχο κράτος της Ιταλίας από το 1947, με τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων, απέκτησε κυριαρχία στα Δωδεκάνησα, χωρίς οιαδήποτε αλλαγή των θαλασσίων ορίων που καθορίσθηκαν με την ιταλο-τουρκική Συμφωνία και το Πρωτόκολλο του 1932.
– Τα θαλάσσια σύνορα στη Θράκη (3 ν.μ. από τις εκβολές του Έβρου), έχουν καθοριστεί από τη Συνθήκη Ειρήνη της Λωζάννης του 1923 και το Πρωτόκολλο των Αθηνών του 1926.
– Από τις εκβολές του Έβρου έως τα Δωδεκάνησα και ειδικότερα όπου η απόσταση μεταξύ των αντικειμένων ακτών Ελλάδας και Τουρκίας δεν υπερβαίνει τα 12 ν.μ. (ήτοι το άθροισμα της αιγιαλίτιδας ζώνης των δύο χωρών), τα ελληνο-τουρκικά θαλάσσια σύνορα προσδιορίζονται βάσει της αρχής της ίσης απόστασης (μέσης γραμμής) μεταξύ των αντικειμένων ακτών.

ΠΗΓΗ:ΓΕΕΘΑ

Κάντε ένα σχόλιο