Θεόδωρος ΚολοκοτρώνηςΦεύγουν τα καλύτερα μυαλά της Ελλάδας για να βρουν την τύχη τους στο εξωτερικό ένα γεγονός που το EKEO θεωρεί μεγάλη καταστροφή της χώρας. Η Ελλάδα τους σπούδασε στα πανεπιστήμια της και τώρα άλλες χώρες θα τους χρησιμοποιήσουν. Ευτυχώς που οι απόφοιτοι των Στρατιωτικών Σχολών δεν μπορούν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα και παραμένουν εδώ προκειμένου να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους για το καλό της πατρίδας. Όμως γνωρίζουμε από τις επαφές  μας με εξαιρετικούς αξιωματικούς ότι ορισμένοι σκέφτονται να παραιτηθούν προκειμένου να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους πιο παραγωγικά και με μεγαλύτερες αποδοχές. Αυτά τα Στελέχη δεν πρέπει να τα χάσουν οι Ένοπλες Δυνάμεις.

Η Ελλάδα είναι ουσιαστικά υπό οικονομική κατοχή και θυμίζει την αποστράγγιση εγκεφάλων “brain drain” στην περίοδο της Τουρκοκρατίας την οποία αναλύει ο Στρατηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην ομιλία του στην Πνύκα προς τους νέους του Α΄ Γυμνασίου της Αθήνας:
“Παιδιά μου (…) οι παλαιοί Έλληνες, οι πρόγονοί μας, έπεσαν εις την διχόνοια και ετρώγονταν μεταξύ τους, και έτσι έλαβαν καιρό πρώτα οι Ρωμαίοι, έπειτα άλλοι βάρβαροι καί τους υπόταξαν. Ύστερα ήλθαν οι Μουσουλμάνοι και έκαμαν ό,τι ημπορούσαν, δια να αλλάξη ο λαός την πίστιν του. Έκοψαν γλώσσες εις πολλούς ανθρώπους, αλλ’ εστάθη αδύνατο να το κατορθώσουν. Τον ένα έκοπταν, ο άλλος το σταυρό του έκαμε. Σαν είδε τούτο ο σουλτάνος, διόρισε ένα βιτσερέ [αντιβασιλέα], έναν πατριάρχη, καί του έδωσε την εξουσία της εκκλησίας. Αυτός και ο λοιπός κλήρος έκαμαν ό,τι τους έλεγε ο σουλτάνος. Ύστερον έγιναν οι κοτζαμπάσηδες [προεστοί] εις όλα τα μέρη. Η τρίτη τάξη, οι έμποροι και οι προκομμένοι, το καλύτερο μέρος των πολιτών, μην υποφέρνοντες τον ζυγό έφευγαν, και οι γραμματισμένοι επήραν και έφευγαν από την Ελλάδα, την πατρίδα των, και έτσι ο λαός, όστις στερημένος από τα μέσα της προκοπής, εκατήντησεν εις αθλίαν κατάσταση, και αυτή αύξαινε κάθε ήμερα χειρότερα· διότι, αν ευρίσκετο μεταξύ του λαού κανείς με ολίγην μάθηση, τον ελάμβανε ο κλήρος, όστις έχαιρε προνόμια, ή εσύρετο από τον έμπορο της Ευρώπης ως βοηθός του ή εγίνετο γραμματικός του προεστού. Και μερικοί μην υποφέροντες την τυραννίαν του Τούρκου και βλέποντας τες δόξες και τες ηδονές οπού ανελάμβαναν αυτοί, άφηναν την πίστη τους και εγίνοντο Μουσουλμάνοι. Καί τοιουτοτρόπως κάθε ήμερα ο λαός ελίγνευε καί επτώχαινε.

Εις αυτήν την δυστυχισμένη κατάσταση μερικοί από τους φυγάδες γραμματισμένους εμετάφραζαν και έστελναν εις την Ελλάδα βιβλία, και εις αυτούς πρέπει να χρωστούμε ευγνωμοσύνη, διότι ευθύς οπού κανένας άνθρωπος από το λαό εμάνθανε τα κοινά γράμματα, εδιάβαζεν αυτά τα βιβλία και έβλεπε ποίους είχαμε προγόνους, τι έκαμεν ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης και άλλοι πολλοί παλαιοί μας, και εβλέπαμε και εις ποίαν κατάσταση ευρισκόμεθα τότε. Όθεν μας ήλθεν εις το νου να τους μιμηθούμε και να γίνουμε ευτυχέστεροι. Και έτσι έγινε και επροόδευσεν η Εταιρεία.”

Τα σχόλια δεν επιτρέπονται.