Νέα δεδομένα ισχύουν για τον πειθαρχικό έλεγχο των Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων σύμφωνα με το νέο νόμο του ΥΠΕΘΑ. Ο πειθαρχικός έλεγχος των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων ασκείται σε κάθε περίπτωση παράβασης των διατάξεων των κανονισμών πειθαρχίας που ισχύουν ανά κλάδο των Ενόπλων Δυνάμεων. Η πειθαρχική δίωξη ασκείται αμελλητί και αρχίζει με την έκδοση της κλήσης σε απολογία ή την πράξη παραπομπής στο Πειθαρχικό Συμβούλιο και περατώνεται με τη θέση της υπόθεσης στο αρχείο ή την έκδοση ανέκκλητης ενώπιον της διοίκησης απόφασης πειθαρχικού οργάνου.

Για τον καθορισμό και την επιμέτρηση της ποινής λαμβάνονται υπόψη:
α. Η βαρύτητα της παράβασης και οι συνθήκες τέλεσής της.
β. Τα σχετικά στοιχεία του ατομικού φακέλου του παραβάτη.
γ. Όλες οι συντρέχουσες επιβαρυντικές ή ελαφρυντικές περιστάσεις.
(1) Επιβαρυντικές περιστάσεις είναι:
(α) Η υποτροπή στην τέλεση ήδη διαπιστωθείσης παράβασης.
(β) Η καθ’ έξη παραβατική συμπεριφορά.

Ελαφρυντικές περιστάσεις είναι:
(α) Η εν γένει καλή διαγωγή και έντιμη συμπεριφορά του παραβάτη.
(β) Η επίδειξη ειλικρινούς μεταμέλειας και η προσπάθεια έμπρακτης μετάνοιας ή μείωσης των συνεπειών της παράβασης.
(γ) Η διαπιστούμενη δικαιολογημένη νομική ή πραγματική πλάνη.
(δ) Η δικαιολογημένη αγανάκτηση λόγω πρότερης άδικης συμπεριφοράς τρίτου.

Ο πειθαρχικός έλεγχος των Αξιωματικών των ΕΔ είναι ανεξάρτητος από τις ανακριτικές πράξεις ή την ποινική δίωξη που τυχόν ασκείται παράλληλα ή έχει ασκηθεί επί της υπόθεσης.

5. Οι πειθαρχικές ποινές των Αξιωματικών των ΕΔ διακρίνονται σε συνήθεις και καταστατικές:
α. Οι συνήθεις πειθαρχικές ποινές κατά σειρά βαρύτητας είναι:
(1) Η επίπληξη.
(2) Ο περιορισμός.
(3) Η κράτηση.
(4) Η φυλάκιση.
β. Οι καταστατικές πειθαρχικές ποινές είναι:
(1) Η πρόσκαιρη παύση.
(2) Η προσωρινή απόλυση.
(3) Η απόταξη
(4) Η αποβολή.
γ. Οι ποινές των ανωτέρω εδαφίων 5α(2), 5α(3) και 5α(4) επιμετρώνται σε ημέρες και αυτές των 5β(1) και 5β(2) σε μήνες.
Τα έγγραφα πειθαρχικού ελέγχου καταχωρούνται στους οικείους ατομικούς φακέλους.

Το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο εφόσον διαπιστώσει ενδείξεις τέλεσης πειθαρχικής παράβασης συγκεντρώνει το σύνολο των σχετικών αποδεικτικών μέσων για τη διερεύνηση της υπόθεσης και αναλόγως των στοιχείων που προκύπτουν προβαίνει σε μία από τις παρακάτω ενέργειες:
α. Εκδίδει κλήση σε απολογία, η οποία υποβάλλεται από τον εγκαλούμενο εντός ρητής εύλογης προθεσμίας που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριών (3) ημερών, ο δε εγκαλούμενος έχει δικαίωμα με αίτησή του να λάβει γνώση του συνόλου των εγγράφων της υπόθεσης. Πειθαρχικές παραβάσεις που τελούνται δια της απολογίας του εγκαλουμένου δεν αξιολογούνται προ του πέρατος της αρχικής πειθαρχικής δίωξης. Σε περίπτωση μη υποβολής απολογίας το πειθαρχικό όργανο εξετάζει τους λόγους μη υποβολής της και εφόσον διαπιστώσει νόμιμη επίδοση της κλήσης σε απολογία συνεχίζει κανονικά τη διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου.
β. Παραπέμπει τον εγκαλούμενο ενώπιον του αρμοδίου Πειθαρχικού Συμβουλίου σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις.
γ. Θέτει την υπόθεση στο αρχείο.

Για την εφαρμογή της ανωτέρω παραγράφου εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του πειθαρχικού οργάνου να διατάξει τη διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης, σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις και κανονισμούς, για τη συγκέντρωση του απαιτούμενου αποδεικτικού υλικού.
Οι πειθαρχικές παραβάσεις παραγράφονται εντός πέντε (5) ετών από την τέλεσή τους εκτός αν ορίζονται μεγαλύτερες προθεσμίες για την παραγραφή τους ως ποινικών αδικημάτων από τον Ποινικό και το Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα.
Σε περιπτώσεις επιβολής συνήθων πειθαρχικών ποινών, ο εγκαλούμενος μπορεί να ασκήσει ενδικοφανή προσφυγή κατά των σχετικών ατομικών διοικητικών πράξεων των αρμοδίων οργάνων πειθαρχικού ελέγχου εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών. Οι βαθμοί εξέτασης των προσφυγών αυτών δεν μπορεί να είναι περισσότεροι των τριών (3), συμπεριλαμβανομένου του οργάνου που επέβαλε την ποινή.

Ενώπιον των Πειθαρχικών Συμβουλίων παραπέμπονται σοβαρές πειθαρχικές υποθέσεις και εξετάζεται η επιβολή καταστατικής ποινής.

Ως προς τον υπολογισμό των προθεσμιών:
α. Οι προθεσμίες άσκησης ενδικοφανών προσφυγών υπολογίζονται από την επομένη της ημέρας κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος έλαβε νομίμως γνώση της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης ή παράλειψης.
β. Η έναρξη των προθεσμιών της Διοίκησης για την απάντηση ενδικοφανών προσφυγών υπολογίζεται από την ημέρα κατά την οποία αυτές περιήλθαν στο αρμόδιο για την απάντηση κλιμάκιο.
γ. Σε περίπτωση που η ημέρα λήξης της προθεσμίας είναι αργία, η λήξη μετατίθεται για την επόμενη εργάσιμη.

Αρμόδιος κατ’ αρχήν για την επιβολή, επαύξηση, μείωση και άρση πειθαρχικών ποινών είναι ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, με δικαίωμα μεταβίβασης της αρμοδιότητας σε υφιστάμενα κλιμάκια διοίκησης.

Πειθαρχικά Συμβούλια
Με απόφαση του αρμόδιου οργάνου για την πειθαρχική δίωξη Αξιωματικών του οικείου ΓΕ συγκροτούνται κατά μήνα Μάιο εκάστου έτους Πρωτοβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια (ΠΠΣ) και Δευτεροβάθμια Πειθαρχικά Συμβούλια (ΔΠΣ) με θητεία ενός (1) έτους, αποτελούμενα από πέντε (5) εν ενεργεία ανώτερους ή ανώτατους κατά περίπτωση Αξιωματικούς. Ο καθ’ ύλην και κατά τόπο αριθμός των Πειθαρχικών Συμβουλίων κατά ΓΕ καθορίζεται με τον ίδιο τρόπο ανάλογα με τις ανάγκες και την οργάνωσή του. Τα Πειθαρχικά Συμβούλια είναι αρμόδια για την επιβολή καταστατικών ποινών στο σύνολό του ανά κλάδο των ΕΔ στρατιωτικού προσωπικού.
Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζεται ο αρχαιότερος Αξιωματικός εκ των μελών του. Σε περίπτωση απουσίας ή νομίμου κωλύματός του χρέη Προέδρου εκτελεί ο αναπληρωτής του ή ο αρχαιότερος Αξιωματικός εκ των υπολοίπων τακτικών και αναπληρωματικών μελών. Αντικατάσταση του Προέδρου ή των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου από τον ασκούντα την πειθαρχική δίωξη γίνεται μόνο αιτιολογημένα και στην περίπτωση που το επιβάλει αυτό λόγος αναγόμενος στην άσκηση των καθηκόντων του (αποστρατεία, παραίτηση, μετάθεση κ.λπ.).

Τους εισηγητές χωρίς δικαίωμα ψήφου ορίζουν οι Αξιωματικοί της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του παρόντος νόμου. Γραμματέας του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζεται το νεότερο μέλος του. Για την αναπλήρωση των τακτικών μελών σε περίπτωση απουσίας ή νομίμου κωλύματος, ορίζονται με την απόφαση της ανωτέρω παραγράφου 1 ισάριθμα ή περισσότερα αναπληρωματικά μέλη. Εφόσον ο αριθ μός των Αξιωματικών του οικείου Κλάδου των ΕΔ δεν επαρκεί για τη συγκρότηση των Συμβουλίων μπορεί να συμμετέχει σε αυτά ένας ή περισσότεροι Αξιωματικοί ετέρων κλάδων μέχρι τη συμπλήρωση του απαιτουμένου αριθμού.

Εάν με την ίδια διαταγή παραπέμπονται στρατιωτικοί διαφορετικού βαθμού που υπάγονται στις αρμοδιότητες περισσότερων Πειθαρχικών Συμβουλίων του ίδιου κλάδου, αρμόδιο είναι το συμβούλιο στο οποίο υπάγεται ο ανώτερος των εγκαλουμένων.

Όταν ο εγκαλούμενος είναι ανώτατος Αξιωματικός, η υπόθεση παραπέμπεται στο Ανώτατο κατά κλάδο Συμβούλιο, το οποίο λειτουργεί και ενεργεί ως πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο χωρίς τη συμμετοχή του Αρχηγού, με το Γραμματέα του να ορίζεται και ως εισηγητής και, σε περίπτωση ισοψηφίας κατά τη διαλογή των ψήφων της ψηφοφορίας, με την ψήφο του Προέδρου του να υπερισχύει. Η παραπομπή σε αυτό γίνεται με διαταγή του ασκούντος την πειθαρχική δίωξη.
Η διαδικασία των παρόντων άρθρων περί Πειθαρχικών Συμβουλίων εφαρμόζεται για το σύνολο των Στελεχών των ΕΔ.

Μέλη Πειθαρχικών Συμβουλίων
Οι Αξιωματικοί που μετέχουν στη σύνθεση των Πειθαρχικών Συμβουλίων:
α. Πρέπει:
(1) Να είναι απόφοιτοι ΑΣΕΙ και ανώτεροι ή αρχαιότεροι των παραπεμπομένων.
(2) Να μην τους έχει επιβληθεί καταστατική ποινή.
(3) Να μην έχουν καταδικαστεί από τακτικό ή στρατιωτικό ποινικό δικαστήριο σε ποινή στερητική της ελευθερίας.
(4) Να μην έχουν δυσμενή κρίση κατά την τελευταία τους προαγωγή.

β. Εξαιρούνται από τη σύνθεση των Πειθαρχικών Συμβουλίων:
(1) Οι Αξιωματικοί κατά των οποίων στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα.
(2) Οι συγγενείς εξ αίματος σε ευθεία γραμμή απεριόριστα ή σε πλάγια γραμμή και μέχρι τον τέταρτο βαθμό ή εξ αγχιστείας μέχρι το δεύτερο βαθμό, καθώς και ο/η σύζυγος εκείνου που διώκεται ή του Αξιωματικού κατά του οποίου στρέφεται το πειθαρχικό παράπτωμα.
(3) Εκείνος που έχει ασκήσει την πειθαρχική δίωξη, καθώς και αυτός που έχει ενεργήσει ανάκριση στην ίδια πειθαρχική υπόθεση.
(4) Αυτοί που έχουν εξεταστεί ως μάρτυρες στην ίδια υπόθεση.
(5) Οι Αξιωματικοί που συμμετείχαν σε ποινική δίκη ως μέλη στρατιωτικού δικαστηρίου, μάρτυρες ή πολιτικώς ενάγοντες, για την ίδια πράξη.
(6) Αυτοί που συνδέονται με ιδιαίτερη φιλία ή βρίσκονται σε οξεία αντίθεση με αυτόν που διώκεται ή έχουν ιδιαίτερη σχέση με την υπόθεση που κρίνεται, ώστε να μπορεί να δημιουργηθεί αμφιβολία για την αμεροληψία τους.
(7) Στα ΔΠΣ όσοι μετείχαν στο Πειθαρχικό Συμβούλιο που έκρινε την υπόθεση σε πρώτο βαθμό.
2. Οι Αξιωματικοί που κωλύονται κατά τα παραπάνω έχουν τις υποχρεώσεις του άρθρου 23 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που εφαρμόζεται αναλόγως.

Διαδικασία Παραπομπής
Στο πλαίσιο αξιολόγησης φακέλων Ενόρκων Διοικητικών Εξετάσεων ή δικογραφιών τακτικών ή στρατιωτικών ποινικών δικαστηρίων, τα αρμόδια κλιμάκια διοίκησης πειθαρχικής αρμοδιότητας οποιουδήποτε βαθμού δύνανται εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις επιβολής οποιασδήποτε καταστατικής ποινής να υποβάλουν αίτημα παραπομπής της υπόθεσης ενώπιον του ΠΠΣ.
Επί του εν λόγω αιτήματος γνωματεύουν όλα τα προϊστάμενά τους κλιμάκια διοίκησης με πειθαρχική αρμοδιότητα σε επίπεδο κλάδων των ΕΔ, λαμβάνοντας γνώση του φακέλου της υπόθεσης.
Το ανώτατο ανά κλάδο κλιμάκιο διοίκησης με πειθαρχική αρμοδιότητα είναι αυτό που στο πλαίσιο της διαδικασίας των Πειθαρχικών Συμβουλίων ασκεί τηνπειθαρχική δίωξη. Αποφασίζει ανέκκλητα επί της πρότασης παραπομπής είτε αναλαμβάνοντας ενέργειες επ’ αυτής είτε επιστρέφοντας την υπόθεση στο άμεσα αρμόδιο προϊστάμενο του εγκαλούμενου κλιμάκιο για τον πειθαρχικό έλεγχο της υπόθεσης με την επιβολή συνήθους πειθαρχικής ποινής, εφόσον προκύψουν επαρκή προς τούτο στοιχεία.

Ο ασκών την πειθαρχική δίωξη παραπέμπει τον εγκαλούμενο στο αρμόδιο πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο και:
α. Ορίζει την προθεσμίαεντός της οποίας θα πρέπει να συνεδριάσει για να κρίνει την υπόθεση. Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη των τριάντα (30) ημερών ούτε μεγαλύτερη των ενενήντα (90) ημερών.
β. Θέτει τα ερωτήματα επί των οποίων οφείλει να γνωμοδοτήσει το Συμβούλιο σχετικά με την επιβολή καταστατικής ποινής.
γ. Διαβιβάζει στον Πρόεδρο του Πειθαρχικού Συμβουλίου πλήρη φάκελο της υπόθεσης, τον ατομικό φάκελο του εγκαλουμένου και κάθε αναγκαίο επιπλέον στοιχείο.
δ. Κοινοποιεί αντίγραφο της διαταγής παραπομπής στο σύνολο των τακτικών και αναπληρωματικών μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου.
Η διαταγή παραπομπής σε Πειθαρχικό Συμβούλιο ανακαλείται μόνον εφόσον προέκυψαν εν τω μεταξύ σοβαρές ενδείξεις απαλλαγής του εγκαλουμένου ή εξάλειψης των λόγων εξέτασης επιβολής καταστατικής ποινής.

Η πράξη της παραπομπής και οι Γνωμοδοτήσεις των Πειθαρχικών Συμβουλίων καταχωρούνται στους ατομικούς φακέλους των εγκαλουμένων.

Η διαδικασία των παραπάνω παραγράφων μπορεί να τηρηθεί και στις περιπτώσεις που έχει ήδη επιβληθεί συνήθης πειθαρχική ποινή και κλιμάκιο διοίκησης, οποιουδήποτε παραπάνω βαθμού, κρίνει αναγκαία την παραπομπή στο Πειθαρχικό Συμβούλιο. Στην περίπτωση, όμως, αυτή θα πρέπει να προηγηθεί άρση της επιβληθείσης ποινής με ρητή επιφύλαξη επανεπιβολής της σε περίπτωση μη επιβολής καταστατικής ποινής.

Σύγκληση Πειθαρχικών Συμβουλίων
Ο Πρόεδρος του ΠΠΣ όταν λάβει τη διαταγή παραπομπής προβαίνει εγγράφως στις παρακάτω ενέργειες:
α. Παραγγέλλει την επίδοσή της στον εγκαλούμενο γνωρίζοντάς του παράλληλα ότι δικαιούται να λάβει γνώση του συνόλου των εγγράφων της υπόθεσης μέχρι την ημερομηνία της πρώτης συνεδρίασης.
β. Καλεί τον εγκαλούμενο να προτείνει με έγγραφη αναφορά του απευθείας προς αυτόν και εντός πέντε (5) ημερών μάρτυρες υπεράσπισης, δηλώνοντας την κατοικία τους και στοιχεία επικοινωνίας. Εν συνεχεία ο Πρόεδρος τους καλεί εγγράφως να προσέλθουν για εξέταση στη συνεδρίαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου.
γ. Καλεί αυτεπαγγέλτως όσους επιπλέον μάρτυρες θεωρεί αναγκαίους για τη διαμόρφωση επαρκούς εικόνας επί της υπόθεσης.
δ. Αφού λάβει τα αποδεικτικά επιδόσεως ή τις εκθέσεις θυροκολλήσεως και λαμβάνοντας υπόψη και την απόσταση από την έδρα του Συμβουλίου και του τόπου διαμονής του εγκαλούμενου και των μαρτύρων, συγκαλεί το Συμβούλιο να συνεδριάσει σε ορισμένο χρόνο και χώρο και καλεί τον εγκαλούμενο πέντε (5) τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες προ της συνεδρίασης να προσέλθει σε αυτό.

Εάν ο εγκαλούμενος κωλύεται να παρουσιασθεί στο Συμβούλιο για λόγους ασθένειας ή ανώτερης βίας, καλείται από τον Πρόεδρο να εξετασθεί εγγράφως σε ερωτήματα που θα του τεθούν σε κατά παραγγελία εξέταση μέσω της οικείας στρατιωτικής ή αστυνομικής Αρχής
Εάν οι μάρτυρες που θα προταθούν από τον εγκαλούμενο διαμένουν εκτός της έδρας του Συμβουλίου και από τα στοιχεία του φακέλου ή την αναφορά του εγκαλούμενου διαφαίνεται ότι η κατάθεσή τους είναι ουσιώδης για τη διαμόρφωση γνώμης επί της υπόθεσης, ο Πρόεδρος μεριμνά για την κατά παραγγελία εξέτασή τους μέσω της οικείας στρατιωτικής ή αστυνομικής Αρχής.
Ο εγκαλούμενος δικαιούται να προτείνει νέους μάρτυρες και κατά τη διαδικασία της συνεδρίασης του Συμβουλίου έχοντας μεριμνήσει ο ίδιος για την έγκαιρη προσέλευσή τους σε αυτήν, ο αριθμός των οποίων δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις (3).
Σε περίπτωση πολέμου ή γενικής επιστρατεύσεως για την πρόσκληση στρατιωτικών ως μαρτύρων που διαμένουν εκτός του τόπου που συνεδριάζει το Συμβούλιο, απαιτείται έγκριση του Αρχηγού του οικείου ΓΕ.

Ο Πρόεδρος μπορεί επίσης να ζητήσει οποιοδήποτε περαιτέρω έγγραφο ή στοιχείο, εφόσον κρίνει ότι αυτό θα συμβάλει στην πληρέστερη μόρφωση γνώμης επί της κρινομένης υποθέσεως.

Οι κλήσεις των στρατιωτικών επιδίδονται μέσω των Μονάδων που υπηρετούν ή του οικείου Φρουραρχείου και των λοιπών μαρτύρων μέσω των οικείων αστυνομικών Αρχών.

Συνεδρίαση Πειθαρχικών Συμβουλίων
Τα Συμβούλια συνέρχονται και συνεδριάζουν στον τόπο και χρόνο που καθορίζεται από τον Πρόεδρο, όπου συνέρχονται τα μέλη τους, τακτικά και αναπληρωματικά. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος τακτικών μελών ο Πρόεδρος καλεί τα αναπληρωματικά κατά την σειρά αναγραφής τους στη διαταγή συγκροτήσεως των
Συμβουλίων. Για τη συγκρότηση απαρτίας απαιτείται η παρουσία του συνόλου των μελών των Πειθαρχικών Συμβουλίων πλην των νομίμως και για σοβαρό λόγο κωλυομένων, ο αριθμός των οποίων δεν πρέπει να υπερβαίνει το εν τρίτο της σύνθεσης.

Περισσότερες λεπτομέρειες μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να βρουν στο σχετικό νόμο.

Κάντε ένα σχόλιο